- νησσοτροφία
- η разведение уток
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
νησσοτροφία — η 1. συστηματική εκτροφή και αναπαραγωγή νησσών 2. (ειδικά) κλάδος τής ζωοτεχνίας που ασχολείται συστηματικά με την αναπαραγωγή και το εμπόριο τών νησσών. [ΕΤΥΜΟΛ. < νήσσα + τροφία (< τρόφος < τρέφω)] … Dictionary of Greek